Και να φανταστείς ότι μισούσα τους αγγέλους...
“Ολόλευκα πλάσματα εξαιρετικής ομορφιάς και απεριόριστης καλοσύνης
Ξανθά και γαλανομάτικα”
-ξενέρωτα, έλεγα εγώ-
“Με αφοπλιστικό χαμόγελο
Να κατεβαίνουν στη γη και να φυλάνε τους θνητούς”
Κι εγώ με ζήλο υποστήριζα ότι άγγελοι δεν υπάρχουν
Και τώρα να ‘μαι εδώ
Μέσα σε ένα καλοκαίρι να προσφωνώ χιλιάδες αγγέλους
Να τους βλέπω παντού να τριγυρνούν
με τα άσπρα ή και μαύρα κάπου-κάπου φτερά τους
Ανάμεσα μας...
βρήκα δυο σκοτεινά αγγελάκια, όμορφα και γλυκά όσο τίποτα
κι άλλα δυο ξανθά, με αληθινά μπλε μάτια,
όπως στις ιστορίες που μας διάβαζαν όταν ήμασταν παιδιά
όλα τους τα έβλεπα καλά-ακόμη κι εκείνα που δεν ήταν διόλου καλά
κι ακόμα βλέπω, πράγματι διακρίνω τα φτερά στην πλάτη τους
σου ορκίζομαι οτι ποτέ δεν το περίμενα
και τώρα ακόμα απωθητικοί μου φαίνονται οι άγγελοι
αλλά οι άλλοι, όχι οι δικοί μου...
οι δικοί μου με πάνε ψηλά
οι δικοί μου δεν ανήκουν πουθενά, ούτε στη γη ούτε στον ουρανό
οι δικοί μου δεν ανήκουν καν σε ‘μένα
αλλά εγώ τους βάζω τα φτερά
Μέσα σε εικόνες τρυπώνεις,πού αλλού να σε ψάξω? Bρήκα μια φωτογραφία σου
την κοιτάζω ξανά και ξανά
λες και θα δώσει η φωτογραφία αυτή υπόσταση σε όσα δεν έχω
αδυνατώ να κάνω κάτι άλλο
χαζεύω, θαυμάζω, ζηλεύω
αφήνω ανάσες που ουρλιάζουν πόσο σε θέλω
μα μόνο αυτό μπορώ, δεν έχω άλλα δικαιώματα
βρήκα σανίδα σωτηρίας
να στηρίξω πάλι το όνειρο μου σε απτά μα ανύπαρκτα
με την ψευδαίσθηση πως σε πλησιάζω αγγίζω το χαρτί
χαμογελώ στον εαυτό μου
-ίσως και σε σένα-
πιστεύω πως με παρακολουθείς από κει μέσα
ή μάλλον το εύχομαι, σαν απελπισμένο παιδί
παιδί είμαι ακόμα, μη με συνερίζεσαι
ένα απελπισμένο μα πεισματάρικο παιδί
που χαμογελά σε παγωμένες στο χρόνο εικόνες
έψαξα πολύ
βρήκα κι άλλες
μια ή δυο ακόμα...
δικές σου εικόνες
τώρα δεν χρειάζεται να σε εξωραΐζω άλλο
σε έχω έτοιμο, ίδιο θεό, μπροστά μου
δεν είναι καλό αυτό που κάνω
το ξέρω...ντρέπομαι
έχω επίγνωση
μα δεν θέλω να το ελέγξω
αρνούμαι
ας κοιτάζω αυτά τα ανούσια χρώματα στο χαρτί
που τυχαία σχηματίζουν την εικόνα σου
κι ας γελώ
το έχω ανάγκη
Άγγελος
Δεν έχεις τα ξανθά μαλλιά
Ούτε τα γαλανά μάτια
Δεν έχεις το κατάλευκο δέρμα
Ούτε τα φτερά στην πλάτη σου
Δεν έχεις την καλοσύνη
Ούτε καν το όνομα
Είσαι πέρα για πέρα θνητός
Μα για μένα έχεις κάτι μοναδικό
Την ικανότητα να προκαλείς συναισθήματα
καταπώς ταιριάζει σ’έναν άγγελο
Θέλω πάλι να γράψω πολλά άγγελέ μου...
Θέλω πάλι να γράψω πολλά
Για σένα που ήρθες
Για σένα που έφυγες
Για σένα που με μια φευγαλέα αγκαλιά πάλι με τρέλανες
Δεν ξέρω αν νιώθω κάτι
Πράγματι φαντάζει ανόητο μιας και δεν σε γνωρίζω σχεδόν καθόλου
Μοιάζει παράλογο...κι αλήθεια δεν είναι καν κάτι
Απλά κάτι παθαίνω μόλις εμφανίζεσαι
Όλο το αίμα συγκεντρώνεται στο πρόσωπό μου
και δίνει στα μάγουλά μου μια κατακόκκινη όψη, σαν λάβα καυτή
θα σου εξομολογηθώ κάτι:
όταν με φίλησες φοβήθηκα μήπως τρομάξεις από την ανεβασμένη μου θερμοκρασία
δεν ήταν πυρετός, όχι,
ήταν ένα κύμα καυτού αέρα που αναδυόταν απ’όλο μου το κορμί
κι αναρωτιέμαι ακόμη πώς δεν έτρεξες μακριά μετά απ’αυτό
εύχομαι να μην το παρατήρησες, να μην κατάλαβες
άλλωστε πού να καταλάβεις
όλος ο κόσμος είναι παιχνίδι για σένα...
δεν δίνεις σε τίποτα σημασία
ποτέ παραπάνω απ’όση χρειάζεται
δεν δένεσαι,
δεν νιώθεις,
έχω ακούσει τις φήμες...
ίσως κάποτε να ρώτησα και για σένα
δεν θυμάμαι
πάντως έμαθα...
δεν μου μοιάζεις, όλα δείχνουν πως αν σ’ερωτευόμουν θα γινόσουν πληγή
γι’αυτό και το αποφεύγω...
θα μου πεις δεν τα ελέγχουμε αυτά, άγγελέ μου
μα δεν θα το έκανα ούτως ή άλλως
περαστικός είσαι
κι αν γράφω για σένα μην ξεγελιέσαι
είναι που επιδράς πάνω μου περίεργα
συγχώρα με
δεν ήθελα να σου αφιερώσω τόσο χρόνο
ούτε χώρο
ούτε λέξεις
μια καληνύχτα μόνο
κι ένα τελευταίο τρίτο φιλί για σήμερα κι ας μην το αξίζεις
και μια σφιχτή αγκαλιά γιατί μέσα στον πανικό ξέχασα να σε σφίξω
μη με βλέπεις παγωμένη, δεν είμαι
για σένα καιγόμουν πριν...θυμάσαι?