Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2009

Ανθισμένες Μανόλιες

Ήταν ένα απο εκείνα τα απογεύματα που μοιάζουν με βράδια
Συννεφιασμένα, σκοτεινά και νυσταλέα
Πάνω εκεί που κατακάθεται η μελαγχολία στον πάτο του ποτηριού
Καρφώνονται τα βήματα στον δρόμο
Και τα φύλλα των δέντρων τραγουδούν στο ρυθμό της πτώσης
Τελευταία υποψία φωτός τρεμοπαίζει και χάνεται
Ύστατη ακτίνα πριν βυθιστούν όλα θολά στο δείλι
Βαδίζουν σκιές και άρρωστες μνήμες.. ο αέρας πονά τα κλαδιά σαν φυσάει
Ανασαλεύει κι εκείνη, που ώρα τώρα καθόταν σιωπηλά στο παγκάκι
Σηκώνεται και τινάζει το φόρεμά της, να ξεσκονίσει το όνειρο
Προχωράει τρεκλίζοντας και παλεύει να αποφασίσει ποιόν δρόμο να πάρει
Κι ας είναι όλοι οι δρόμοι αδιέξοδα, εκείνη στο νου της διέξοδο ψάχνει
Το κρύο προδίδει τα πνεύματα που ψυχρά πλησιάζουν.. απλώνει η αύρα τους
Και αρχίζει να βρέχει απελπισία.. ήσυχη και διακριτική
Στάλες πέφτουν επώδυνα στο χώμα
Φωτιά η απουσία και δεν έχει ανθρώπους εδώ
Τα βήματα που σε κανέναν δεν ανήκουν ξεμάκρυναν
Και η λάμπα του δρόμου κάηκε.. σβήνει
Μια κοπέλα ψάχνει στα τυφλά το δρόμο της
Και ο ουρανός ραίνει τη γη με ανθισμένες μανόλιες

Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2009

Κατα-δικασμένη...

Μια φορά κι έναν καιρό, πριν όχι και πολλά χρόνια γεννήθηκε ένα κοριτσάκι
Δεν ήταν διαφορετικό απ’όλα τ’άλλα κοριτσάκια...
Δεν ήταν ξεχωριστό...Απλά χαριτωμένο
Το βράδυ της πρώτης μέρας της ζωής του, ήρθαν πάνω από την κούνια του τρεις μοίρες...όπως γίνεται σε όλα τα παραμύθια...όπως πάνε σε όλα τα παιδάκια...
Οι τρεις αυτές μοίρες δεν ήταν οι γνωστές μυθικές υπάρξεις, όχι...
Η πρώτη ονομαζόταν Επιτυχία,
Η δεύτερη Δύναμη,
και η τρίτη Αγάπη...
Και οι τρεις αυτές πλησίασαν το μωρό και το προίκισαν με ιδιότητες
Η Επιτυχία το αγάπησε αμέσως και έτσι όρισε τη μοίρα του παιδιού έτσι ώστε να πετυχαίνει σε ότι και αν κάνει...
Η Δύναμη το προίκισε κι αυτή ώστε να αντέχει την επιτυχία, αλλά και την απόρριψη, τη μοναξιά, την κακία των άλλων ή τα φαντάσματα του ιδίου της του εαυτού...εκείνη ήξερε...
Η Αγάπη τέλος δεν μπόρεσε παρά να διαθέσει απλόχερα στοργή, φιλία, συμπαράσταση σε όλα...ώστε το κοριτσάκι να περιτριγυρίζεται από άτομα που το αγαπούν...και βέβαια το έκανε κι αυτό να αγαπάει...πολύ...κι όλο να δίνει, να δίνει, να δίνει αγάπη...κρυφά ή φανερά
Κι όμως είχε ξεχάσει ένα πράγμα...

Το κοριτσάκι μεγάλωνε και είχε πράγματι όσα θα μπορούσε κανείς να ζητήσει...
Μια υπέροχη οικογένεια
Μοναδικές φίλες που ήταν πάντα κοντά του
Επιτυχίες σε όλους τους τομείς...ή σχεδόν όλους...
Με ότι καταπιανόταν ξεχώριζε, επειδή είχε πείσμα και θέληση
Είχε τους πάντες με το μέρος του γιατί ήταν καλόψυχο και ήξερε να προσφέρει αγάπη
Έφτιαχνε παραμύθια για τους άλλους και σκόρπιζε χαμόγελα...
πρόσφερε χαρά στους γύρω του και υπερηφάνεια στους γονείς
Που και που απομονωνόταν για να σκεφτεί, να ονειρευτεί, να ξεφύγει
Ήταν καλή αλλά μοναχική...της άρεσε να ταξιδεύει στο αλλού

Το κοριτσάκι μεγάλωσε κι έγινε μια ντροπαλή φοβισμένη κοπέλα
Ακόμα είχε για μεγάλο της όπλο το χαμόγελο, αλλά αυτό σπάνιζε
Αν και τα είχε όλα αισθανόταν μέσα της μια μεγάλη μαύρη τρύπα
Ένιωθε ένα κενό, ξέχναγε να είναι ευγνώμων για όσα είχε γιατί...κάτι έλειπε...
Κάτι βασικό...

Κάποια μέρα συνάντησε ένα ζευγάρι μάτια και ο κόσμος της φώτισε
Κάτι την τραβούσε να χαμογελά συνεχώς, να χαίρεται που υπάρχει,
να ακούει με τις ώρες τους χτύπους της καρδιάς της,
να βοηθά τους άλλους με όρεξη...κι όλα αυτά τα έκανε γελώντας
Μέσα σε λίγες μέρες μετατράπηκε στον ήλιο τον ίδιο και σκόρπιζε φως
Έγινε άλλος άνθρωπος, ζωντάνεψε πάλι...
για ένα ζευγάρι μάτια...

Μέχρι που ήρθε μια μέρα κι αυτά τα μάτια χάθηκαν από μπροστά της
Πάλευε με τον εαυτό της μέρες και νύχτες για να ξεχάσει
Δεν μπορεί, αυτή, που είχε προικιστεί με τόση δύναμη...έπρεπε να ξεχάσει
Μα δεν της έκανε τίποτα η δύναμη...σταμάτησε να τη νοιάζει και η επιτυχία
Ζούσε κι ανέπνεε χωρίς να τη νοιάζει τίποτα πια...τίποτα δεν είχε σημασία...
όλα ανούσια, όλα άσκοπα, όλα ήταν ένα μεγάλο τίποτα...
Ήταν αχάριστη και το ήξερε, αλλά θα έδινε τα πάντα να φέρει πίσω εκείνο το χαμόγελο στα χείλη της...το ρίγος σε όλο της το κορμί, το φτερούγισμα στο στομάχι, το γλυκό μούδιασμα στο μυαλό...
κάθε φορά όμως που αυτό επέστρεφε δεν έμενε παρά ελάχιστο
έφευγε ξανά αφήνοντας όλο και μεγαλύτερο κενό,
ανοίγοντας όλο και βαθύτερες πληγές
και όλα τ’άλλα απλά δεν είχαν σημασία...

Κάποια βράδια η κοπέλα λύγιζε
Μισούσε τον εαυτό της
Έψαχνε τι φταίει
Καταλόγιζε τις ευθύνες στην ίδια
Που να ξέρε ότι η τρίτη μοίρα, η Αγάπη, είχε ξεχάσει να της χαρίσει το πιο σημαντικό ίσως δώρο... τον έρωτα???
και ίσως...ίσως η κοπέλα δεν θα τον μάθαινε ποτέ...
κι ακόμα κι αν τον πλησίαζε δεν θα τον ζούσε πότε...
δεν θα έφτανε τόσο κοντά του ώστε να πάρει την αιώνια λάμψη του
δεν θα τον άγγιζε
μόνο θα τον μύριζε...σαν ένα λουλούδι που δεν το βλέπουμε, απλά το φανταζόμαστε με μοναδικό οδηγό το άρωμα του, που τυχαία μετέφερε σε μας ο άνεμος...

Μα η κοπέλα δεν το έμαθε
Συνέχισε να ελπίζει και να κάνει όνειρα
Να χαίρεται μια στο τόσο και μετά να βυθίζεται ξανά στο σκοτάδι
Μέχρι την επόμενη χαρά και την επόμενη λύπη...
Ένας κύκλος η ζωή της κι αυτή περίμενε το ξεχωριστό...
Περίμενε το υπέρλαμπρο
Περίμενε
για ένα ζευγάρι μάτια
Και περιμένει.........
Ακόμα

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2009

Και χαμογελώ χωρίς λόγο...

Πόσο φοβάμαι μην ξεφτίσει η ανάμνηση
Περνούν οι ώρες και οι μέρες κι εγώ προσπαθώ ν’ ανακαλώ τη μορφή σου κάθε τόσο
Μην τύχει και ξεχάσω την όψη σου_Δεν θέλω να ξεχάσω…
Πρώτη φορά στη ζωή μου θέλω απλά να θυμάμαι κάθε τι μικρό ή ασήμαντο
Να μπορώ να το ξαναζώ με λεπτομέρειες,γιατί ήταν πολύ ωραίες οι στιγμές...
Σαν τρελή φαίνομαι έτσι που μόνη μου χαμογελώ
Μα που και που μου έρχεται στο μυαλό το πρόσωπό σου και τότε να δεις πόσο χαίρομαι
-σαν μικρό παιδί...σαν «δεκατριών χρόνων»,όπως με είπες κι εσύ
Δεν μπορώ να το ελέγξω και γελώ και κάνω παιδιάστικα πράγματα
και είναι τόση η χαρά μου που δεν με νοιάζει αν με κοιτούν
Ή αν γελούν μαζί μου...Όχι, αρκεί που εγώ είμαι καλά
Χάρη σ’ εσένα, που έχεις την επίγνωση της ακαταμάχητης γλυκύτητάς σου
και που μου τη μεταφέρεις ακόμα και μέσα απο αχνές εικόνες του νου
Και φωτίζομαι απο αδικαιολόγητη ευτυχία
Ετερόφωτη πάντα ήμουνα κι έμμεσα τώρα εσύ μ’ ανάβεις
Για να αστράφτω σαν άστρο
Κι αν είμαι έξω απο τον ουρανό σου,θα βρω τρόπο να μπω...θα δεις
Χωρίς να ξέρω άλλα, σ’ ευχαριστώ για αυτό το χαμόγελο που εξαπλώνεται στα χείλη μου
Γιατί εσύ είσαι η αφορμή...και η θύμησή σου
Σε αφήνω τώρα...πάω να ονειρευτώ

Ααα ξέχασα να σου πω...Ονειρεύομαι ξανά!!!
Και χαμογελώ χωρίς λόγο... :)

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2009

...καθώς το στήθος του κοριτσιού ευτυχισμένου που δε μπορεί να χωρέσει την ευτυχία του...

Είναι κάποιες στιγμές που δεν χωρούν σε λέξεις
Είναι απλά υπέροχες...απερίγραπτα υπέροχες
Και σου αφήνουν μια αίσθηση μετά...
Σαν να γύρισες μόλις από ένα ταξίδι στον παράδεισο
Κάπως έτσι είμαι κι εγώ τώρα
Με τα φτερά δυνατά και μεγάλα
Δεν μπορώ να πατήσω στη γη
Ξέρω «δεν έγινε και τίποτα»
Αλλά αυτό το «τίποτα» για μένα ήταν υπέρβαση
Είπα θ’ αναθαρρήσω και τα κατάφερα
Ξεπέρασα τα όρια που είχα θέσει
Έσπασα για μια φορά το τείχος που με περιόριζε
Του χαμογέλασα, Του μίλησα, Του έδειξα
Μπόρεσα επιτέλους να αγνοήσω τις φωνές στο κεφάλι μου
Ή μάλλον τόσο αποφασισμένη ήμουν
Που οι φωνές δεν πρόλαβαν καν να ακουστούν,
ή δεν τις πρόσεξα...δεν ασχολήθηκα
Χρειαζόμουν προφανώς αυτό το ταρακούνημα
Για να καταλάβω πόσο μετρημένες ήταν οι ευκαιρίες μου
Έκανα μια προσπάθεια και είμαι απόλυτα ευτυχισμένη
Κι ας ήταν μόνο για τρεις ώρες...
Κι ας μην κρίθηκε το αποτέλεσμα...
Κι ας έχω ακόμη χέρια αδειανά...
Είμαι καλά...μετά απο καιρό
Πιο καλά απ’ όσο θα τολμούσα να προσδοκώ
λίγες ώρες πριν απλά ήλπιζα
τώρα δε παύω να χαμογελώ στην πρόσφατη ανάμνηση
Πόσο λίγα θέλει τελικά ο άνθρωπος για να φωτίσει το βλέμμα του
και να ζωγραφιστεί με μελάνι ανεξίτηλο το χαμόγελο στα χείλη του!!!
Παύω να αναλύω
Παύω να φιλοσοφώ
Σε λίγες στιγμές μέσα έγινα πλήρης
Μόνο αυτό έχει σημασία τώρα
Κι όσο κρατήσει... :)

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2009

Καταλαβαίνω εγώ...

Τυλίγω τα χέρια γύρω απο το λαιμό μου
Τον σφίγγω δυνατά
Όσο πιο δυνατά μπορώ
Να νιώσω τον πόνο βαθιά μέσα μου
Όπως μέρες πριν εσύ μου τον χάρισες
Τον θέλω πίσω...ξανά και πάλι...
Μέχρι να χάσω την ανάσα μου
Να κόψω τη ροή του αίματος τις φλέβες μου
Να δακρύσω απο ηδονική απόγνωση
Του μέσα και του έξω μου
Και στο τέρμα κοντά να τον ελευθερώσω
Για να αφεθώ ξανά στην τύχη
Που ίσως με εκτοξεύσει στον ουρανό
Μακριά σου
Γιατί είσαι έκπτωτος άγγελος
Θνητός πια
Ενώ εγώ τώρα θα διεκδικήσω τη θέση μου εκεί πάνω
Μιλώ ασυνάρτητα
Δεν ταιριάζουν οι λέξεις μου
Δεν βγάζουν νόημα κανένα
Μα έτσι ήμουνα πάντα
Μη φοβάσαι
Κι ούτε χρειάζεται να καταλάβεις
Ένα σου λέω μονάχα
Κουράστηκα να αναλύω περιπτώσεις
Κι όταν ακούω το όνομά σου αυτό κάνω
Σκέφτομαι παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται...
Όχι άλλο
Πίνω, ζαλίζομαι, μ’ ακόμα υπάρχεις
Τουλάχιστον δεν έχω αρκετή επαφή με τον κόσμο τώρα
Και ελάχιστα θυμάμαι
Να’ ναι καλά το αλκοόλ που μαγνητίζει τη λήθη
Και την καλεί σε μια εφήμερη έστω επάνοδο
Ίσως αυτό που με ζαλίζει δεν χωρά σε ποτήρι
Ούτε σε σκέψεις σκόρπιες χωρά
Ούτε στον κόσμο τούτο
Ούτε καν στον δικό σου
Τον αγγελικά πλασμένο ξέγνοιαστο κόσμο
Ξέρω, δεν με καταλαβαίνεις
Με δεν πειράζει σου λέω
Καταλαβαίνω εγώ...

Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2009

Γιγαντώνω το κενό μου περίτεχνα

Όταν θέλω να φωνάξω είναι που σώνεται η φωνή
Κλείνει ο λαιμός μου και δεν βγαίνουν οι λέξεις
Και ύστερα απαιτώ να καταλάβουν οι άλλοι αυτά που λέω
Μα πώς???
Πόσο πολύ με μισώ
Αχ και να ξερες...
Είναι από τις λίγες φορές που έχω τόσο ανάγκη να κλάψω
Μα δε βγαίνουν τα δάκρυα
Ήμουν έτοιμη πριν λίγο
Εκεί πάνω που έφυγες
Και που είπα στον εαυτό μου πως δεν θα ξανάρθω...
Πάνω εκεί που ευχήθηκα να με πνίξει το σκοτάδι
Να γίνω μια νύχτα βαθιά..
να κρυφτώ σε μα ψευδαίσθηση ασφάλειας
ή πυκνής πυκνής ομίχλης
Έτσι, για να μη χρειαστεί να σε αρνηθώ
Και για να μην παραδεχτώ την αδυναμία μου
Μα ούτε αυτό δεν κατάφερα
κράτησα μέσα μου κάθε σταγόνα αρμυρή
και σαν να έκανε το φορτίο μου ακόμα πιο βαρύ απ'οτι ήδη ήταν
Με σιχαίνομαι, μα δεν αλλάζω
Λαθεμένες κινήσεις επαναλαμβάνω
Και δεν μπορώ να επιρρίπτω αιώνια αλλού τις ευθύνες
Ειδικά τώρα
Πρέπει να το παραδεχτώ
Κι ακούγεται τόσο άσχημο
Πιο άσχημο και αβάσταχτο απο πότε
Το χέρι μου σε μηδαμινή απόσταση
Κι όμως δεν τόλμησε να σε αγγίξει
Σ’αρνήθηκα και δυο και τρεις φορές
Κι ας σε ήθελα τόσο
Κανείς δεν μπορεί να με πιστέψει
Ούτε καν εγώ η ίδια...
Μα σε ήθελα
σε θέλω
κι αν δεν το πολεμήσω τώρα ίσως συνεχίσω να σε θέλω
Ναι, να πολεμήσω το συναίσθημα
δεν μου περνάει καν απο το μυαλό να το υπερασπιστώ
δεν έχω το σθένος
μου λείπει το πολύτιμο θάρρος
κι όσο κι αν λεω οτι θα το αποκτήσω κάποτε
ακόμα έτσι-όπως πρώτα-μένω...
Τι να πω τώρα?
Τι λόγια να βρω να ταιριάξω για να δικαιολογηθώ?
Στέρεψαν οι λέξεις, τα άλλοθι και οι αφορμές
Είμαι εγώ γυμνή μπροστά στην αλήθεια μου
Και πόσο τη φοβάμαι αυτή την αλήθεια!
Όταν είπα πως με μισώ πραγματικά το πίστευα
Μα τώρα όσο περνά η ώρα καταλαβαίνω
Δεν είναι μίσος μονάχα
Είναι αποστροφή απόλυτη
Είχα καιρό να αισθανθώ έτσι
Θέλω να πάρω οτιδήποτε αιχμηρό
Και να το καρφώσω στην καρδιά μου
Τι να την κάνω όταν δεν μπορώ να ελέγξω τους χτύπους της?
Δεν θέλω να αντικρύσω καθρέφτη ποτέ ξανά
Δεν θέλω να ξανασκεφτώ
Να ονειρευτώ
Ή να γράψω...
Δεν μου αξίζει
Δεν τολμώ
Δεν έχω δικαίωμα να ελπίζω να ανοίξει η πόρτα που ώρες τώρα σφραγίζω
Πέταξα το κλειδί
Ας μην αντικρύσω λοιπόν τον έξω κόσμο
Είναι το τίμημα που οφείλω να πληρώσω
Και πονάει πιο πολύ απο οτιδήποτε άλλο
Μα δεν είναι αρκετή η τιμωρία αυτή
Είναι λίγη...ελάχιστη
Ένα τίποτα όλα μου
Δικό μου κενό που γιγαντώνω περίτεχνα
κι οτι πάει να το γεμίσει σκοτώνω...

Ήρθα... ... ... Είδα... ... ... Ένιωσα... ... ... Έφυγες... ... ... Έφυγα... ... ...

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2009

Για τη βόλτα που ΔΕΝ έγινε...

Φέτος το καλοκαίρι έλεγα να φτιάξω το ποδήλατο μου
Να το βγάλω από το υπόγειο,
Να το ξεσκονίσω,
Να βάλω αέρα στα λάστιχα
Και να γυρνάω τους δρόμους
Μετά απο τόσα και τόσα που είχα στο κεφάλι μου
Μερικές τέτοιες βόλτες θα ήταν οτι πρέπει
Κι όλο το ‘λεγα...
Ώσπου μια μέρα το πήρα απόφαση
Πήγα και το σουλούπωσα
Έτοιμο πια για να σουλατσάρω παντού
Μα δεν το πήρα ποτέ να κάνω αυτή τη βόλτα
που είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου
Ακόμα έξω είναι και με περιμένει
μόνο που σκονίστηκε πάλι
πέρασαν και κάτι μήνες απο τότε
που το καθάρισα τελευταία φορά
Είναι που τόσο καιρό δεν μου έκανε καρδιά να πάω
Είχα το χρόνο,
Μα δεν είχα την όρεξη...
Τώρα που θέλω να ανέβω επιτέλους
Και να τρέξω όσο δεν έτρεξα ποτέ μου
Και να γελώ καθώς θα με φυσά ο άνεμος
Δεν το κάνω
Γιατί μπαίνει ο χειμώνας
Και δεν θα’ ναι το ίδιο
Γιατί άρχισαν τα κρύα
Και γιατί έτσι φτιάχτηκα εγώ
Πάντα να βρίσκω εμπόδια...